Μπορεί να προέκυψε πρόσφατα ένταση και συζήτηση γύρω από τα εργασιακά ζητήματα, όμως το πρόβλημα στην ουσία του (κι όχι στην επικοινωνιακή απλά διάστασή του) παραμένει. Και το πρόβλημα έχει να κάνει με το γεγονός της έλλειψης εργατικών χεριών σε κρίσιμους για την οικονομία κλάδους.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ιδιαίτερα έμπειρος παρατηρητής της οικονομίας για να το διαπιστώσει. Μια απλή βόλτα να κάνει σε ένα ελληνικό νησί θα καταλάβει πως οι τουριστικές μονάδες στερούνται προσωπικού ή πως γεωργικοί κλήροι ρημάζουν απουσία χεριών. Η εστίαση υποφέρει, η οικοδομή επίσης, όπως το ίδιο συμβαίνει σε οποιονδήποτε κλάδο βασίζεται στη χειρονακτική εργασία.
Παρά ταύτα, η εγχώρια αριστερά φωνάζει για τη δήθεν 16ωρη εργασία. Η Άκροδεξιά επίσης κάνει το ίδιο για την εργασία μεταναστών. Έστησαν τοτέμ ευαισθησίας και οι δυο χώροι. Κανένας όμως δεν μας μιλά για λύση των προβλημάτων.
Αρέσκονται άπαντες να μιλάνε με στόμφο για τη «βαριά ελληνική βιομηχανία», τον τουρισμό δηλαδή. Πόσοι άραγε έχουν σοβαρά ασχοληθεί με την έλλειψη προσωπικού και με τη μεγάλη πίεση που βιώνουν οι επιχειρήσεις του κλάδου κάθε χειμώνα για να βρουν εργαζόμενους; Γνωρίζει άραγε κανείς από εκείνους που ασκούν εύκολη κριτική πως μια στις πέντε ξενοδοχειακές μονάδες σε πολύ μεγάλα νησιά μας δεν άνοιξε εφέτος λόγω απουσίας προσωπικού; Κατανοούν τί σημαίνουν όλα αυτά για το ΑΕΠ μιας μικρής χώρας; Ξέρουν αυτές τις καθημερινές και υπαρκτές αγωνίες ή γνωρίζουν την έκταση των προβλημάτων;
Σε πρόσφατη επίσκεψη μου σε νησί του Αιγαίου φίλος μικρομεσαίος επιχειρηματίας μου εξηγούσε το λόγο για τον οποίο θα σταματήσει την αγροτική του παραγωγή σε μικρή φάρμα ζώων που έχει. «Δεν βρίσκω κανέναν να με βοηθήσει. Είχα έναν εργάτη που έφθασε στο σημείο να με εκβιάζει. Δουλεύω στη φάρμα και μετά τρέχω στα εστιατόρια μου. Κουράστηκα και τα παρατώ».
Κι αν με τη λογική του «άρπα κόλλα» κάποιοι μιλήσουν για την ανάγκη αύξησης στα μεροκάματα και τις αμοιβές για αυτές τις εργασίες, απλά θα αποδείξουν το πόσο αποκομμένοι είναι με την πραγματικότητα καθώς δεν υπάρχουν σταθερές στη διαπραγμάτευση και καθένας ζητάει ο,τι θέλει. Κι αν δεν το πάρει, απλά φεύγει από τη μια δουλειά και πηγαίνει στην άλλη καθώς υπάρχει μεγάλη προσφορά κι εξελίσσεται ένα άτυπο χρηματιστήριο εργασίας.
Χρέος λοιπόν μιας στιβαρής κυβέρνησης είναι προφανώς να διασφαλίζει όρους εργασιακής ορθότητας και ειρήνης. Παράλληλο όμως χρέος της είναι και να διασφαλίζει την απρόσκοπτη οικονομική λειτουργία κρίσιμων για την πρόοδο της πατρίδας κλάδων της αγοράς. Αυτή η κυβέρνηση της ΝΔ δεν έχει πλέον χρόνο για χάσιμο και ούτε δικαιολογία για να μην λύσει αυτά τα ζητήματα. Κυβερνούμε ήδη τέσσερα χρόνια και οφείλουμε να δώσουμε γενναίες λύσεις. Ο Έλληνας πολίτης δεν μας ψήφισε για να σχολιάζουμε τα προβλήματα αλλά για κάτι σημαντικότερο. Για να τα λύνουμε. Στις 25 Ιουνίου οι Έλληνες μας έδωσαν εντολή ανατροπής κι όχι συμβιβασμού με τις δυνάμεις της εγχώριας συντήρησης. Είτε της αριστερής είτε της δεξιάς. Κι αυτό οφείλουμε να κάνουμε.
* Του Δημήτρη Μαρκόπουλου – Δημοσιογράφου/ Βουλευτή ΝΔ Β Πειραιώς-Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ με τίτλο « Τοτέμ»





