Η Ελλάδα μπορεί να γίνει ο λαχανόκηπος της Ευρώπης. Πρόταση του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας για ενίσχυση των θερμοκηπιακών καλλιεργειών

 thermokhpioΗ  Ελλάδα διαθέτει όλες εκείνες τις προϋποθέσεις να γίνει ο λαχανόκηπος της Ευρώπης. Οι θερμοκηπιακές καλλιέργειες μπορούν να αποτελέσουν το μοχλό ανάπτυξης της υπαίθρου, όπου είναι εφικτή η ανάπτυξη μιας νέου τύπου βιώσιμης γεωργίας, βασισμένης στην ποιότητα και την προσαρμογή στην αγορά και όχι στις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, μιας γεωργίας που θα σέβεται το περιβάλλον και θα διαχειρίζεται αειοφορικά τους φυσικούς πόρους.

Οι θερμοκηπιακές καλλιέργειες μπορούν να αποτελέσουν “φάρο” για μια τέτοια προσπάθεια, με προσανατολισμό στην ανάπτυξη της υπαίθρου. Το ανθρώπινο δυναμικό, οι γνώσεις και το μεράκι υπάρχουν στην Ελλάδα, μένει και η βούληση της Πολιτείας για την υλοποίηση του παραπάνω σχεδίου.

Όλα τα παραπάνω αποτελούν πρόταση της ερευνητικής ομάδας του Εργαστηρίου Γεωργικών Κατασκευών και Ελέγχου Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και του ΚΕΤΕΑΘ, κατόπιν μελετών που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια.

Όπως εξηγεί ο διευθυντής του εργαστηρίου, καθηγητής Κώστας Κίττας, στην Ελλάδα σήμερα υπάρχουν περίπου 50.000 στρέμματα με θερμοκηπιακές καλλιέργειας. Το εντυπωσιακό είναι πως πριν από 20 χρόνια υπήρχαν 40.000 στρέμματα, δηλαδή τα τελευταία 20 χρόνια τα θερμοκήπια στην Ελλάδα αυξήθηκαν ελάχιστα.

Στον αντίποδα, στην Ισπανία, η έκταση των θερμοκηπίων ξεπερνά τα 600.000 στρέμματα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Αλμερίας, στη νότια Ισπανία, όπου υπάρχουν σήμερα 250.000 στρέμματα θερμοκηπίων, τα οποία αναπτύχθηκαν από το 1980 και μετά.

Εντυπωσιακό είναι το μέγεθος της έκτασης θερμοκηπίων και στη γειτονική μας Τουρκία, στην οποία, σήμερα, υπάρχουν 400.000 στρέμματα, με σημαντικό μέρος της παραγωγής τους, μάλιστα, να κατευθύνεται στην ελληνική αγορά”.

“Κι όμως η Ελλάδα διαθέτει όλες εκείνες τις προϋποθέσεις να γίνει ο λαχανόκηπος της Ευρώπης”, τονίζει ο κ. Κίττας και προσθέτει: “Ενδεικτικά αναφέρονται οι πολύ καλές κλιματικές συνθήκες, η εύκολη πρόσβαση στις αγορές της Ευρώπης, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, οι σημαντικές ποσότητες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που μπορεί να υποκαταστήσει πλήρως τα συμβατικά καύσιμα (βιομάζα, γεωθερμία), όπως και η σημαντική τεχνογνωσία από εξειδικευμένα εργαστήρια”.

Για να γίνει, όμως, δυνατή και οικονομικά βιώσιμη η ανάπτυξη των θερμοκηπίων θα πρέπει να γίνει εκσυγχρονισμός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων με την υιοθέτηση τεχνικών και τεχνολογιών προσαρμοσμένων στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και την αειφορία των αγροτικών οικοσυστημάτων οι οποίες θα στοχεύουν, μεταξύ άλλων, στη βελτίωση της ποιότητας και ποσότητας των παραγόμενων προϊόντων με χρήση νέων τεχνικών καλλιέργειας (υδροπονία, νέα υποστρώματα, σύσταση και διαχείριση θρεπτικών διαλυμάτων), επισημαίνει ο κ. Κίττας.

Επίσης, σημειώνει, στόχος θα πρέπει να είναι η μείωση των εισροών ενέργειας (εξοικονόμηση ενέργειας, αξιοποίηση βιομάζας και λοιπών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καλύτερη διαχείριση μικροκλίματος) όπως και η μείωση των χημικών εισροών (ολοκληρωμένη παραγωγή, δίχτυα εντομοστεγανότητας, φωτοεκλεκτικά υλικά κάλυψης) κ.ά.

Κάτι τέτοιο, ωστόσο, προϋποθέτει τη χρήση καινοτόμων τεχνολογιών στη διαδικασία της παραγωγής, η εφαρμογή των οποίων θα οδηγήσει σε θερμοκήπια φιλικότερα στο περιβάλλον. Η υπάρχουσα τεχνολογία και τεχνογνωσία, η οποία αναπτύχθηκε στις χώρες της βόρειας Ευρώπης, όπως επισημαίνεται από την παραπάνω ερευνητική ομάδα, δεν μπορεί να μεταφερθεί κατευθείαν στη Μεσόγειο (σχετικά αποτυχημένα παραδείγματα υπάρχουν και στη χώρα μας), καθώς είναι συχνά ακατάλληλη για τις συνθήκες και τα προβλήματα που συναντώνται στην περιοχή της Μεσογειακής λεκάνης.

Ερευνητές και καλλιεργητές είναι πλέον πεπεισμένοι πως τα θερμοκήπια πρέπει να σχεδιάζονται ειδικά για την κάθε περιοχή και πως το περιβάλλον του θερμοκηπίου μπορεί να βελτιωθεί σημαντικά, ακολουθώντας ορισμένους απλούς κανόνες στη διαχείρισή του.

Για την επιτυχή διάδοση και ενσωμάτωση στην παραγωγική διαδικασία των τεχνολογιών αυτών απαιτείται έρευνα και εκπαίδευση. Η έρευνα θα στοχεύει στην προσαρμογή στις μεσογειακές συνθήκες τεχνολογιών, που έχουν αναπτυχθεί και εφαρμοστεί σε άλλες χώρες, καθώς και στην ανάπτυξη καινοτόμων τεχνολογιών για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών θερμοκηπιακών μονάδων.

Η αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας και η άμεση, αλλά κυρίως η σωστή, εφαρμογή των νέων τεχνολογιών και καινοτομιών, προσαρμοσμένων κατάλληλα στις απαιτήσεις των ελληνικών θερμοκηπίων, αποτελούν προϋποθέσεις για τη βιωσιμότητα αλλά και την αναβάθμιση των θερμοκηπιακών μονάδων και για τη βελτιστοποίηση μιας φιλικότερης στο περιβάλλον παραγωγής. Ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος για να διασφαλιστούν τα παραπάνω, όπως εξηγεί ο κ. Κίττας, είναι η εκπαίδευση και η επιμόρφωση όλων όσοι δραστηριοποιούνται στον τομέα των θερμοκηπίων.

Οι υποδομές, ο εξοπλισμός και το ανθρώπινο δυναμικό υπάρχουν και στην Ελλάδα. Αυτό που λείπει είναι η οργάνωσή τους κάτω από ένα φορέα, ο οποίος θα συγκέντρωνε όλες τις δραστηριότητες στο χώρο των θερμοκηπιακών καλλιεργειών και ο οποίος θα ήταν σε θέση να παρέχει εξειδικευμένες υπηρεσίες στους Έλληνες αγρότες.

“Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων έχει αξιόλογο δυναμικό και γεωπόνους οι οποίοι μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά σε μια τέτοια προσπάθεια. Στην περιοχή της Θεσσαλίας υπάρχει τόσο το νεοσύστατο Κέντρο Έρευνας Τεχνολογίας και Ανάπτυξης Θεσσαλίας (ΚΕΤΕΑΘ) που μπορεί να αναλάβει το ερευνητικό τμήμα του έργου όσο και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, με εξειδικευμένα εργαστήρια (π.χ. Εργαστήριο Γεωργικών Κατασκευών και Ελέγχου Περιβάλλοντος), το οποίο μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στις δράσεις έρευνας και εκπαίδευσης.

Στους δύο φορείς υπάρχει αξιόλογο ερευνητικό δυναμικό που ασχολείται συστηματικά, ερευνητικά και εκπαιδευτικά, με τον κλάδο των θερμοκηπιακών καλλιεργειών την τελευταία εικοσαετία”, επισημαίνει ο κ. Κίττας.

Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον ίδιο, υπάρχουν αξιόλογοι “πυρήνες” θερμοκηπιακών καλλιεργειών στην Κρήτη, την Κυπαρισσία, την Πρέβεζα, την Κεντρική Μακεδονία, αλλά και περιοχές με σημαντικές δυνατότητες ανάπτυξης, όπως η περιοχή της Θεσσαλίας. Οι θερμοκηπιακές καλλιέργειες, ως επιχείρηση πλέον και όχι ως “παραδοσιακή” αγροτική απασχόληση δείχνουν το μέλλον στην παραγωγή ποιοτικών προϊόντων. Για να καταστεί, όμως, δυνατή η ενδυνάμωση του κλάδου των θερμοκηπίων στη βάση μιας σύγχρονης ανταγωνιστικής και αειφορικής γεωργίας είναι απαραίτητη η υποστήριξη όλων των εμπλεκομένων στο χώρο των θερμοκηπιακών καλλιεργειών.

“Η ελληνική γεωργία διέρχεται κρίσιμη φάση η οποία έχει επηρεασθεί από το διεθνές (συνθήκες ΠΟΕ) και το ευρωπαϊκό περιβάλλον (νέα ΚΑΠ), που σε συνδυασμό με την αποσύνδεση των επιδοτήσεων από το ύψος της παραγωγής, έχουν δημιουργήσει προβλήματα ανταγωνιστικότητας των αγροτικών προϊόντων και έχουν καταστήσει αρκετές από τις παραδοσιακές καλλιέργειες αντιοικονομικές”, σημειώνει ο κ. Κίττας.

Ο ίδιος θεωρεί πως οι θερμοκηπιακές καλλιέργειες αποτελούν μια δυναμική έκφραση της πρωτογενούς παραγωγής. “Ιδιαίτερα, σήμερα, με τα διάφορα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής Γεωργίας (νέα ΚAΠ) οι θερμοκηπιακές καλλιέργειες μπορούν να αποτελέσουν διέξοδο και ταυτόχρονα σημαντικό παράγοντα δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας”, καταλήγει.